Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

η μοναξιά

См. также в других словарях:

  • μοναξία — μοναξίᾱ , μοναξία solitariness fem nom/voc/acc dual μοναξίᾱ , μοναξία solitariness fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μοναξιά — η (ΑΜ μοναξιά, Μ και μοναξά και μονάξια και μοναξιά) 1. κατάσταση ανθρώπου που ζει απομονωμένος («μα τη ζωή τσι μοναξάς αγάπα κι ήρεσέ ντου», Ερωτόκρ.) 2. ακατοίκητος τόπος, ερημική τοποθεσία, απόμερο, απόκεντρο μέρος («σαν το σκόρπισμα τού… …   Dictionary of Greek

  • μοναξιά — η 1. το να ζει κανείς μόνος του, η απομόνωση: Μετά το διαζύγιο ξαναπαντρεύτηκε γιατί δεν άντεχε τη μοναξιά. 2. απομονωμένο μέρος, όπου δεν υπάρχει επικοινωνία με άλλους ανθρώπους, η ερημιά: Έχτισε ένα σπίτι στη μοναξιά του βουνού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Σουηδία — Κράτος της Βόρειας Ευρώπης μεταξύ της Φινλανδίας και της Νορβηγίας.H Σουηδία (Konungariket Sverige) είναι η μεγαλύτερη από τις σκανδιναβικές χώρες. Tα σύνορά της, που καθορίστηκαν μόνιμα με το Σύμφωνο της Bιέννης (1815), ορίζονται φυσικά από την… …   Dictionary of Greek

  • Kostis Palamas — Die Dichter (1919) von Georgios Roilos. Abgebildet sind verschiedene Dichter der Generation von 1880; in der Mitte Kostis Palamas. Kostís Palamás (gr. Κωστής Παλαμάς; * 13. Januar 1859 in Patras; † 27. Februar 1943 in Athen) war ein ne …   Deutsch Wikipedia

  • μοναξιασμένος — η, ο αυτός που ζει στη μοναξιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < μοναξιά + κατάλ. σμένος μέσω ενός αμάρτυρου, ρ. *μοναξιάζω] …   Dictionary of Greek

  • μοναξιότης — μοναξιότης, ἡ (Μ) μοναξιά, απομόνωση. [ΕΤΥΜΟΛ. < μοναξός + κατάλ. ότης με επίδραση τού μοναξία] …   Dictionary of Greek

  • Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ντεφόε, Ντάνιελ — (Daniel Defoe, Λονδίνο περ. 1660 – Μούρφιλντς 1731). Άγγλος συγγραφέας. Γιος εμπόρου, ασχολήθηκε κι αυτός για ένα διάστημα με το εμπόριο. Η ζωή όμως και η προσωπικότητα του Ν. δεν είναι εκείνες του τίμιου και επίμονου βιοτέχνη, του υπομονετικού… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»